Οστεοπόρωση: πρόληψη και φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση

Οστεοπόρωση είναι η νόσος των οστών, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική πυκνότητα και καταστροφική τάση στη μικροαρχιτεκτονική του οστικού ιστού, με συνέπεια την αύξηση της οστικής ευθραυστότητας και μια επιρρέπεια στον κίνδυνο του κατάγματος.

Στην οστεοπόρωση, η οστική πυκνότητα μειώνεται κάτω από ένα κρίσιμο όριο, και αρχίζουν να εκδηλώνονται διάφορα προβλήματα όπως μείωση τουαναστήματος, πόνος στην πλάτη και στη μέση, αύξηση της οστικής ευθραυστότητας και επιρρέπεια στον κίνδυνο κατάγματος. Η οστεοπόρωση προκαλεί ένα κάταγμα κάθε 30 λεπτά, στην Ευρώπη, ενώ στις ΗΠΑ κάθε χρόνο περίπου 1,5 εκατομμύριο Αμερικανοί πάνω πενήντα ετών υποφέρουν από κατάγματα οστών που οφείλονται σε αυτά.

Από την ηλικία των 45 ετών, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, αρχίζει μια βαθμιαία απώλεια οστικής μάζας που κυμαίνεται από 0,1 έως 0,3% κάθε χρόνο. Στις γυναίκες, ο ρυθμός απώλειας της οστικής μάζας αυξάνεται σημαντικά μετά την εμμηνόπαυση και για μια δεκαετία περίπου. Έχει υπολογιστεί ότι τα πέντε πρώτα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση, είναι περισσότερο κρίσιμα διότι ο ρυθμός απώλειας οστικής μάζας είναι υπερδιπλάσιος των επόμενων πέντε ετών. Μετά την εμμηνόπαυση, για δέκα με δεκαπέντε χρόνια το ποσοστό απώλειας κάθε έτος στις γυναίκες είναι μικρότερο και τείνει να εξισωθεί με αυτό των ανδρών. Υπολογίζεται ότι οι γυναίκες έχουν χάσει στη γεροντική ηλικία περίπου το 50% της οστικής τους μάζας σε πορώδες οστό και το 33% σε φλοιώδες. Στους άνδρες τα ποσοστά αυτά είναι σαφώς μικρότερα.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της οστεοπόρωσης αποτελεί το σπονδυλικό κάταγμα (συμπιεστικό – σφηνοειδές) και τα κατάγματα των ισχίων. Ο ασθενής με οστεοπόρωση έχει χαμηλή οστική πυκνότητα αρκετό καιρό πριν συμβεί το κάταγμα. Ανάλογα με τον βαθμό της οστικής απώλειας, ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει οστεοπενία εάν υπάρχει μικρή οστική απώλεια και μικρός κίνδυνος για κάταγμα ή οστεοπόρωση εάν υπάρχει μεγάλη απώλεια και μεγάλος κίνδυνος για κάταγμα. Οι ασθενείς που έχουν υποστεί ένα σπονδυλικό κάταγμα κινδυνεύουν να υποστούν περισσότερα κατάγματα κατά 5-12,6 φορές ευκολότερα απ’ ότι ένα άτομο χωρίς κάταγμα . Έχει βρεθεί ότι, μετά από το πρώτο κάταγμα, 20% των ασθενών παρουσιάζουν δεύτερο κάταγμα μέσα σε έναν χρόνο.

Παράγοντες κινδύνου

Οποιοσδήποτε μπορεί να κινδυνεύσει να εμφανίσει οστεοπόρωση κάποια στιγμή της ζωής του και όσο η ηλικία μεγαλώνει, τόσο αυξάνει και η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου. Κατά μεγάλο μέρος είναι νόσος που αφορά την ηλικία, όμως τα θεμέλια για την αποφυγή της μπαίνουν από νωρίς στη ζωή μας μέσω των γονιδίων και του τρόπου ζωής. Οι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης οστεοπόρωσης έχουν σχέση με: την ηλικία, το φύλο, τη φυλή, το οικογενειακό ιστορικό, τους διαιτητικούς παράγοντες, το κάπνισμα, το αλκοόλ, την καφεΐνη, την αυξημένη κατανάλωση πρωτεϊνών, το φώσφορο, τη βιταμίνη D, το ασβέστιο, την παχυσαρκία, την έλλειψη άσκησης, την εμμηνόπαυση, τα διάφορα φάρμακα, τις διάφορες παθήσεις όπως η νόσος του Cushing, ο υπερπαραθυρεοειδισμός κ.α.

Κλινική Εικόνα

Η οστεοπόρωση εξελίσσεται προοδευτικά για μακρύ χρονικό διάστημα χωρίς κλινικές εκδηλώσεις. Διάχυτοι, επίμονοι, ήπιας έντασης πόνοι στην πλάτη (ραχιαλγία), ιδιαίτερα σε γυναίκες άνω των σαράντα πέντε ετών ή στην οσφυϊκή μοίρα (οσφυαλγία) αποτελούν τις πρώτες κλινικές εκδηλώσεις της οστεοπόρωσης.

Καθώς η πάθηση προχωρεί οι κινήσεις της Σ.Σ. περιορίζονται σε μεγάλο βαθμό και είναι επώδυνες. Αρκετά συχνά σε μεγάλης ηλικίας άτομα παρατηρείται προοδευτική παραμόρφωση της Σ.Σ. σε κάμψη. Πολλές φορές αιφνίδιος πόνος στην οσφυϊκή ή τη θωρακική μοίρα της Σ.Σ. κατά τη διάρκεια μιας φυσιολογικής κίνησης ή άρσης μικρού βάρους, αποτελεί την πρώτη κλινική εκδήλωση που οδηγεί σε έλεγχο και διάγνωση της πάθησης με την αποκάλυψη ενός συμπιεστικού κατάγματος.

Εκτός από τα κατάγματα της Σ.Σ. η οστεοπόρωση είναι η αιτία στο μεγαλύτερο ποσοστό (περίπου 70%) των διατροχαντίριων καταγμάτων και εκείνων του αυχένα του μηριαίου, καθώς και των καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας ή του κεντρικού άκρου του βραχιονίου.

Φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση

Ο φυσιοθεραπευτής πριν την έναρξη ενός προγράμματος ασκήσεων σε ασθενή με ένδειξη οστεοπόρωσης πρέπει να κάνει λεπτομερή αξιολόγηση. Η αξιολόγηση αυτών των ατόμων περιλαμβάνει: το ιστορικό του ασθενή, την παρατήρηση, τον έλεγχο της κινητικότητας, του πόνου, τον έλεγχο της αναπνευστικής λειτουργίας, τον έλεγχο της λειτουργικής ικανότητας, την αξιολόγηση της όρθιας θέσης.

Η κινησιοθεραπεία είναι το πιο σημαντικό φυσιοθεραπευτικό μέσο τόσο για  πρόληψη όσο και για την θεραπεία της οστεοπόρωσης. Είναι αναγκαία και πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα θεραπευτικά στάδια ανεξάρτητα από την ηλικία και τη φυσική κατάσταση του ασθενή.
Το πρόγραμμα των ασκήσεων πρέπει να κατευθύνεται από τον φυσιοθεραπευτή, ώστε να αποφεύγεται η εφαρμογή μεγάλης φόρτισης, ιδιαίτερα στις περιοχές του σώματος στις οποίες είναι πιθανόν να προκληθούν κατάγματα. Το χρονικό διάστημα της άσκησης αρχικά θα πρέπει να είναι σύντομο, καθώς όμως βελτιώνεται η αντοχή, η ισχύς και η γενικότερη κατάσταση του ασθενή, αυτό το χρονικό διάστημα θα πρέπει να αυξάνει (30 – 40 λεπτά άσκηση, τρεις ημέρες την εβδομάδα).Οι πιο σημαντικές ασκήσεις είναι οι ασκήσεις φόρτισης και μυϊκής ενδυνάμωσης. Όμως για επιτυχία στο πρόγραμμα θα πρέπει οι ανωτέρω ασκήσεις να συνδυάζονται με ασκήσεις ευκαμψίας και ελέγχου της στάσης.

Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορα όργανα για διευκόλυνση του προγράμματος (π.χ. κύλινδρο, λάστιχα και μπάλες) τα οποία βοηθούν σημαντικά στη βελτίωση της ισορροπίας, την ανάπτυξη νευρομυϊκής συνέργιας, καθώς και στη βελτίωση των αυτόματων αντανακλαστικών αντιδράσεων του ασθενή. Ο θεραπευτικός στόχος αυτών των ασκήσεων είναι η μείωση των πτώσεων.

Υπάρχουν κάποιες περιοχές του σώματος που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες και στις οποίες μπορούν να προκληθούν οστεοπορωτικά κατάγματα. Αυτές είναι η: σπονδυλική στήλη, ο καρπός και το ισχίο. Ειδικές ασκήσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ενίσχυση των μυών που υποστηρίζουν αυτά τα οστά και τις γύρω από αυτά περιοχές. Αυτές οι ασκήσεις δεν αποτελούν ένα πλήρες πρόγραμμα αποκατάστασης αλλά επικεντρώνονται σε μεγάλες μυϊκές ομάδες, σε ορισμένες περιοχές του σώματος όπου συχνότερα προκαλούνται κατάγματα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η προθέρμανση πριν από την εφαρμογή των ασκήσεων και η χαλάρωση μετά. Απόλυτη αντένδειξη είναι η εφαρμογή διάφορων μηχανικών μεθόδων όπως της σπονδυλικής έλξης ή ακόμα και των ήπιων διατάσεων καθώς και η εφαρμογή σπονδυλικών χειρισμών και κινητοποιήσεων.

Ο φυσικοθεραπευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει μέσα όπως η αναλγησία με ηλεκτρικό ερεθισμό. Ο ηλεκτρικός ερεθισμός για αναλγησία με την μορφή διαθερμικής ηλεκτρικής  νευροδιέγερσης TENS ή διαδυναμικών ρευμάτων μπορεί να εφαρμοστεί. Μια θέση στον αναλγητικό σχεδιασμό  μπορεί να έχει και ο ηλεκτροβελονισμός. Η εισαγωγή της βελόνας λειτουργεί στην περίπτωση αυτή ως ένα ισχυρό περιφερικό ερέθισμα ικανοποιώντας τα νευροφυσιολογικά πρότυπα καταστολής πόνου. Στόχος της εφαρμογής του ηλεκτροβελονισμού είναι καθαρά η πρόκληση αναλγησίας.

Η υδροθεραπεία αποτελεί μια μέθοδο θερμοθεραπείας όταν εφαρμόζεται σε θερμαινόμενη πισίνα. Θεωρείται αρκετά αποτελεσματική διότι το νερό έχει συμμετρική επαφή με όλη την επιφάνεια του σώματος και επιφέρει χαλάρωση μέσω της άνωσης. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν είναι η θερμοκρασία του νερού και η υδροστατική του πίεση.  Σκοπός είναι η αναλγησία και η χαλάρωση του ασθενή.

Πρόληψη οστεοπόρωσης

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αποφυγής της εμφάνισης οστεοπόρωσης είναι το μέγεθος της κορυφαίας οστικής μάζας που εμφανίζεται στα τριάντα με τριάντα πέντε έτη του ατόμου. Όσο περισσότερη οστική μάζα υπάρχει τόσο περισσότερο μπορεί να αντιμετωπιστεί η απώλεια οστού στην αναπόφευκτη, σχετική με την ηλικία, φθορά του.Οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες μπορούν με διάφορους τρόπους να ελαττώσουν το ρυθμό απώλειας των οστών, όμως μετά την ηλικία των τριάντα πέντε ετών δεν έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει κάποια μέθοδος η οποία μπορεί να προσθέσει οστική μάζα.

Έτσι παρόλο που η οστεοπόρωση είναι μια νόσος που αφορά κυρίως τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, η πρόληψή της επιτυγχάνεται σε νεαρή ηλικία. Η πρόληψή της έχει ως στόχο την όσο το δυνατό μεγαλύτερη αύξηση της κορυφαίας οστικής μάζας και την ελάττωση του ρυθμού οστικής απώλειας με όλα τα μέσα όπως η άσκηση και η σωστή διατροφή. Μελέτες έχουν δείξει ότι η άσκηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πρόληψη της οστεοπόρωσης με αρκετά θετικά αποτελέσματα. Όσον αφορά την διατροφή, ένα μικρό παιδί θεωρείται ότι χρειάζεται περίπου 800 mg στοιχειακού ασβεστίου την ημέρα (τρία ποτήρια γάλα ή τρία γαλακτοκομικά προϊόντα), ενώ στην εφηβική ηλικία χρειάζεται 1.200 mg (πέντε γαλακτοκομικά). Στην ενήλικη ζωή έως την εμμηνόπαυση χρειάζονται 800 mg καθημερινά. Στη γυναίκα μετά την εμμηνόπαυση, καθώς και στους ηλικιωμένους άνδρες συνιστώνται 1.000 mg καθημερινά (τέσσερα γαλακτοκομικά).

Τα παιδιά της εφηβικής ηλικίας και έως την ηλικία των είκοσι με είκοσι πέντε ετών όπου συμπληρώνεται η σκελετική ανάπτυξη, αποσκοπούν στην απόκτηση όσο το δυνατόν περισσότερης οστικής μάζας. Στις ηλικίες έως πενήντα ετών ή έως την εμμηνόπαυση στις γυναίκες, οι ειδικοί αποσκοπούν στη διατήρηση της κορυφαίας οστικής μάζας που αποκτήθηκε στην ηλικία των τριάντα με τριάντα πέντε ετών. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην  περιεμμηνοπαυσιακή ηλικία. Το σημαντικό είναι να εντοπισθούν οι γυναίκες εκείνες που έχουν φθάσει σε αυτή την ηλικία με μικρή οστική μάζα ή αυτές που θα αρχίσουν να χάνουν την οστική τους μάζα με υψηλούς ρυθμούς ετήσιας απώλειας. Σε αυτές τις δύο ομάδες γυναικών θα πρέπει να χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή.

Αντίθετα με όσα πιστεύουν οι περισσότεροι, η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί στην πλειοψηφία των ατόμων αρκεί να ακολουθηθούν ανάλογα μέτρα όπως:
Λήψη αρκετού ασβεστίου και βιταμίνης D.

  • Ασκηση. Στην πρόληψη της οστεοπόρωσης έχει παρατηρηθεί ότι η άρση βαρών συντελεί σημαντικά στην ενδυνάμωση της οστικής μάζας.
  • Αποφυγή – διακοπή καπνίσματος και αλκοόλ. Αμφότερα συμβάλλουν στην μείωση της οστικής μάζας.
  • Ενημέρωση ιατρού στην περίπτωση που ένας από τους δύο γονείς είχε οστεοπόρωση.
  • Σε περίπτωση λήψης κορτικοστεροειδών, αντιεπιληπτικών ή θυρεοειδικών φαρμάκων χρειάζεται η γνώμη του γιατρού για το ενδεχόμενο εξέτασης οστικής πυκνότητας ή την λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη της οστεοπόρωσης.
  • Ενημέρωση σχετικά με τη θεραπεία υποκατάστασης ορμονών.
  • Τακτική παρακολούθηση και λήψη ασβεστίου ημερησίως.

Πηγή: www.iator.gr